Υπογονιμότητα ανδρών
Μια από τις συχνές θεραπευτικές εφαρμογές της Oμοιοπαθητικής είναι τά προβλήματα γονιμότητας χωρίς τις παρενέργειες των συμβατικών φαρμάκων.Η Ομοιοπαθητική  Φαρμακολογία περιλαμβάνει πολλά εξειδικευμένης δράσης ομοιοπαθητικά φάρμακα για αυτά τά προβλήματα. Η κλινικά και ολιστικά εφαρμοσμένη Ομοιοπαθητική, που απευθύνεται τόσο στον ασθενή όσο και σε αυτή την ίδια την διαταραχή των φυσιολογικών λειτουργιών, είναι από τις αποτελεσματικότερες μεθόδους που βοηθούν  να  αντιμετωπισθεί η υπογονιμότητα και να εμποδισθεί  η εξέλιξη των προβλήμάτων που σχετίζονται με αυτήν.
 Η ομοιοπαθητική θεραπευτική εμπειρία έχει δείξει ότι ένας μεγάλος αριθμός ασθενών θεραπεύεται οριστικά με τα ομοιοπαθητικά φάρμακα.
Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα που συνταγογραφούνται  απευθυνονται σε όλους τους παράγοντες που είναι υπεύθυνοι για  την υπογονιμότητα σε ένα συγκεκριμμένο άτομο.Η επιλογή των κατάλληλων ομοιοπαθητικών φαρμάκων, τα οποία συνταγογραφούνται, γίνεται μετα από κατάλληλη λήψη και αναλυση του ομοιοπαθητικού ιστορικού και την  μελέτη των εργαστηριακών εξετάσεων. Ο Δρ Τάσος Βαρθολομαίος έχει μακρόχρονη κλινική εμπειρία  στην Ομοιοπαθητική θεραπεία της υπογονιμότητας, συνδυάζοντας αρμονικά την κλασσική ολιστική θεραπευτική με τη σύγχρονη ιατρική γνώση.

Ποιες είναι  οι αιτίες της ανδρικής στειρότητας
  • Ορμονικές αιτίες απο διαταραχές σε ενδοκρινείς αδένες,που μπορεί να είναι ,όπως συνήθως, λειτουργικες ή να οφείλονται σε κάποια νόσο ή  σε εξωτερικούς  βλαπτικους παράγοντες ,όπως η ακτινοβολία κ.λ.π.
  • Προβλήματα των όρχεων, όπως. κρυψορχία , ατελής κάθοδος του όρχι ή των όρχεων στο όσχεο, φλεγμονές (ορχίτις, επιδιδυμίτις, κ.α.),τραυματικές κακώσεις, συστηματικές παθήσεις, ύπαρξη σπερματικών αντισωμάτων και η κιρσοκήλη.
  • Άλλες αιτίες που μπορούν να προκαλέσουν στειρότητα είναι οι λειτουργικές διαταραχές του ίδιου του σπερματοζωαρίου, όπως  η μειωμένη κινητικότητα, η λήψη ορισμένων φαρμάκων,οπως αναβολικά που παίρνουν οι αθλητές για να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους, ακόμα η χρήση και εθισμός σε ορισμένες ουσίες όπως η νικοτίνη και το κάπνισμα που επηρεάζει και τον αριθμό και την κινητικότητα των σπερματοζωαρίων ή η χρήση αλκοόλ.
Ακόμα υπεύθυνα για υπογονιμότητα θεωρούνται το υπερβολικό στρες,η πολυήμερη αποχή απο το σεξ ,η στυτική δυσλειτουργία και οι διαταραχές στην εκσπερμάτιση   (πρόωρη εκσπερμάτιση, αδύνατη εκσπερμάτιση, κ.α).

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΥΠΟΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑΣ ΑΝΔΡΩΝ

  • Εξέταση ούρων (πυουρία, αιματουρία)
  • Σπερμοδιάγραμμα
  • Ορμονική εκτίμηση (FSH, LH, τεστοστερόνη, οιστραδιόλη, Τ3, Τ4, TSH)
  • Η αρχική εκτίμηση και η πρώτη διαφορική διάγνωση πιθανόν να μην καταλήξουν σε αποτέλεσμα.Τότε έχει ένδειξη πιο εξειδικευμένη έρευνα:
  • Αντισπερματικά αντισώματα.
  • Καλλιέργεια σπερματικού υγρού.
  • Λειτουργική εκτίμηση των σπερματοζωαρίων.
  • Ορχική βιοψία,βαζογραφία.
  • Υπέρηχος, triplex οσχέου
  • CT, MR πυέλου υπόφυσης.
Τα αποτελέσματα του ιστορικού, της φυσικής εξέτασης και των εργαστηριακών εξετάσεων θα καταστήσουν δυνατή την ταξινόμηση του ασθενούς σε μια από τις παρακάτω αιτιολογικές κατηγορίες. Σε ένα ποσοστό 25% όμως δεν βρίσκεται καμία αιτία. Τότε κατατάσονται στην κατηγορία της ιδιοπαθούς υπογονιμότητας.

1. ΕΝΔΟΚΡΙΝΙΚΕΣ Η ΠΡΟΟΡΧΙΚΕΣ

  • Ανεπάρκεια γοναδοτροπινών (σύνδρομο Kallman).
  • Mεμονωμένη ανεπάρκεια της LH(σύνδρομο του γόνιμου ευνούχου).
  • Mεμονωμένη ανεπάρκεια της FSH.
  • Συγγενή υπογοναδοτροπικά σύνδρομα.
  • Υποφυσιακή ανεπάρκεια (ογκοι, φλεγμονές, χειρουργεία, ακτινοβολίες).
  • Υπερπρολακτινεμία.
  • Εξωγενείς ορμόνες (πλεόνασμα ανδρογόνων, οιστρογόνων, υπερ-υποθυρεοειδισμός).

2. ΟΡΧΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

  • Γοναδοτοξικοί παράγοντες.
  • Κρυψορχία.
  • Κιρσοκήλη.
  • Ιδιοπαθής.

3. ΜΕΤΟΡΧΙΚΕΣ ΑΙΤΙΕΣ

  • Συγγενής απόφραξη των πόρων (σύνδρομο young, απουσία εκσπερματιστικών πόρων).
  • Επίκτητη απόφραξη των πόρων(βασεκτομή, βουβωνοκήλη, φλεγμονή).
  • Ανωμαλίες κινητικότητας των σπερματοζωαρίων.
  • Δυσλειτουργία σεξουαλικής επαφής.

Απεικονιστικές εξετάσεις

Το υπερηχογράφημα οσχέου είναι η πρώτη και πιο σημαντική απεικονιστική εξέταση που διενεργείται σε έναν υπογόνιμο άνδρα. Με αυτή λαμβάνονται πληροφορίες για το μέγεθος και την υφή των όρχεων και των αγγείων τους, την παρουσία υποηχοϊκών περιοχών στο παρέγχυμα των όρχεων ή υγρού περιφερικά, τη μετατραυματική παρακολούθηση του οσχέου και την επιλογή θέσεων βιοψίας. Με τη βοήθεια του έγχρωμου Doppler υπερηχογραφήματος γίνεται λειτουργική μελέτη της ροής του αίματος στις σπερματικές φλέβες για τη λεπτομερέστερη διερεύνηση της κιρσοκήλης και επίσης της ροής του αίματος εντός των σηραγγωδών αρτηριών για τη διερεύνηση περιπτώσεων στυτικής δυσλειτουργίας.

Σπερμοδιαγραμμα

Παράλληλα με τη διενέργεια απεικονιστικών εξετάσεων για τη διαγνωστική προσέγγιση της ανδρικής υπογονιμότητας επιβάλλεται να γίνουν και συγκεκριμένες εργαστηριακές εξετάσεις, οι κυριότερες των οποίων είναι το σπερμοδιάγραμμα και ο ενδοκρινικός εργαστηριακός έλεγχος του ασθενούς.
Η εξέταση σπέρματος ή σπερμοδιάγραμμα είναι ειδική εξέταση, η οποία μας πληροφορεί για τις παραμέτρους του. Ανδρολογικός έλεγχος ενδείκνυται εάν το σπερμοδιάγραμμα αποκλίνει από τις τιμές αναφοράς.Πρέπει να τονιστεί ότι τα αποτελέσματα ενός σπερμοδιαγράμματος δεν μπορούν να μας οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα, αν ένας άνδρας μπορεί να γίνει βιολογικός πατέρας ή όχι. Αυτό που τεκμαίρεται από ένα σπερμοδιάγραμμα είναι πιθανές διαταραχές της λειτουργίας του γεννητικού συστήματος και κατά μικρότερο βαθμό μία ασαφής κατηγοριοποίηση ασθενών σε άνδρες που έχουν περισσότερες ή λιγότερες πιθανότητες να επιτύχουν γονιμοποίηση.
Οι παράμετροι που εξετάζονται κατά το σπερμοδιάγραμμα είναι μακροσκοπικές, όπως η όψη, η οσμή, η ρευστοποίηση, η γλοιότητα, το pH και ο όγκος του σπέρματος και μικροσκοπικές, όπως η συγκέντρωση των σπερματοζωαρίων και ο συνολικός τους αριθμός, η ζωτικότητά τους και η κινητικότητά τους σε συγκεκριμένες ώρες από τη λήψη του δείγματος. Επιπλέον εξετάζεται η μορφολογία των σπερματοζωαρίων, η ύπαρξη συσσωρεύσεων και συγκολλήσεων, καθώς και η παρουσία υπολειμμάτων σπερματοζωαρίων ή η ύπαρξη άλλων τύπων κυττάρων.
Η κινητικότητα των σπερματοζωαρίων κατατάσσεται σε τέσσερις κατηγορίες κατά τον Π.Ο.Υ.:
  • Κατηγορία Α: Ζωηρή προωθητική κίνηση
  • Κατηγορία Β: Νωθρή προωθητική κίνηση
  • Κατηγορία Γ: Μή προωθητική κίνηση
  • Κατηγορία Δ: Ακίνητα.
Στο σπερματικό πλάσμα είναι δυνατό να ανευρεθούν επίσης ερυθρά αιμοσφαίρια, τα οποία φυσιολογικά πρέπει να είναι πολύ λίγα, επιθηλιακά κύτταρα, των οποίων η ύπαρξη δεν έχει κλινική σημασία και «στρογγυλά κύτταρα». Τα λευκά στο σπέρμα συνδέονται με την παραγωγή ελεύθερων ριζών οξυγόνου (Reactive Oxygen species) που ενοχοποιούνται για την πρόκληση υπογονιμότητας και την ύπαρξη φλεγμονής στους επικουρικούς γεννητικούς αδένες με παρόμοια αποτελέσματα.
Τα σπερματοζωάρια είναι δυνατόν να παρουσιάζουν αντισώματα επάνω στην κυτταρική τους επιφάνεια. Τα αντισώματα αυτά, έχουν ως αποτέλεσμα τη συγκόλληση των σπερματοζωαρίων στην τραχηλική βλέννη και την ελαττωμένη ικανότητα των σπερματοζωαρίων για διείσδυση ή τον θάνατο των σπερματοζωαρίων. Σημαντική παράμετρος του σπερμοδιαγράμματος είναι η εκτίμηση της μορφολογίας των σπερματοζωαρίων. Το κάθε σπερματοζωάριο εξετάζεται στις τρεις περιοχές του -κεφαλή, αυχένας, ουρά- και τυχόν ανωμαλίες καταγράφονται ξεχωριστά. Το τελικό αποτέλεσμα δίνεται ως Χ ανωμαλίες ανά 100 σπερματοζωάρια.
Η μέτρηση του αριθμού των σπερματοζωαρίων είναι η πιο σημαντική παράμετρος και η πρώτη που εξετάζουν οι θεράποντες ιατροί κατά την ανάγνωση των αποτελεσμάτων του σπερμοδιαγράμματος. Ο αριθμός των σπερματοζωαρίων που ανευρίσκεται στο υπό εξέταση υλικό δίνεται ως σπερματοζωάρια ανά ml και ολικός αριθμός σπερματοζωαρίων ανά εκσπερμάτιση. Σε περίπτωση αζωοσπερμίας είναι σημαντικό να γνωρίζουμε εάν βρέθηκαν μερικά ή έστω και ένα ζωντανό ή νεκρό σπερματοζωάριο έπειτα από φυγοκέντρηση του δείγματος, λεπτομέρεια που οδηγεί σε διαφορετικές θεραπευτικές προσεγγίσεις.

 Ενδοκρινικός έλεγχος

Η ενδοκρινικής αιτιολογίας ανδρική υπογονιμότητα, σύμφωνα με τα ως τώρα δεδομένα, είναι πολύ μικρό ποσοστό του συνόλου, κάτω από το 1%, ωστόσο ο έλεγχος του ορμονικού προφίλ του ασθενούς είναι απαραίτητος. Πρέπει να σημειωθεί πως με τον απλό έλεγχο που διενεργείται στην καθημερινή κλινική πράξη παίρνουμε απλώς ένα «στιγμιότυπο» της όλης ορμονικής λειτουργίας του ασθενή, το οποίο αγνοεί τη μεταβλητότητα και τις φυσιολογικές διακυμάνσεις που παρουσιάζει το σύστημα Κεντρικό Νευρικό σύστημα - υποθάλαμος - υπόφυση - όρχεις.
Μετρούμε την τεστοστερόνη, η οποία είναι η κύρια ορμόνη του άρρενος που εκκρίνεται από στον όρχι έπειτα από διέγερση των γοναδοτροπινών ορμονών LH και FSH. Παρουσιάζει ημερήσιο ρυθμό έκκρισης που οδηγεί σε υψηλότερα επίπεδα τις πρωινές ώρες και χαμηλότερα επίπεδα το βράδυ και για το λόγο αυτό ζητείται πάντα πρωινό δείγμα για τη μέτρησή της. Αποτελεί την υπεύθυνη ορμόνη για την ανάπτυξη των πρωτογενών και δευτερογενών χαρακτηριστικών του ανδρικού φύλου και οι περισσότεροι άνδρες με χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης είναι υπογόνιμοι. Προσδιορίζουμε επίσης και την προλακτίνη η οποία παράγεται και εκκρίνεται από την υπόφυση και από έξω-υποφυσιακές δομές, όπως ο μαστός, η μήτρα και ο πλακούντας. Υπερπρολακτιναιμία συμβαίνει φυσιολογικά μόνο στη γυναίκα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και γαλουχίας και σε οποιαδήποτε άλλη κατάσταση θεωρείται παθολογική. Στον άνδρα σε καταστάσεις υπερπρολακτιναιμίας προκαλείται υπερτροφία του μαζικού αδένα, ελάττωση της libido, ανικανότητα, ελαττωμένη παραγωγή σπέρματος και υπογονιμότητα.

Ορχική Βιοψία

Η διαγνωστική ορχική βιοψία έχει ένδειξη στους ασθενείς χωρίς εμφανείς παράγοντες (κανονική FSH και φυσιολογικός όγκος όρχεων), για να διαφοροδιαγνώσει μεταξύ αποφρακτικής και μη αποφρακτικής αζωοσπερμίας. Η ορχική βιοψία μπορεί επίσης να εκτελεστεί και ως τμήμα μιας θεραπευτικής διαδικασίας στους ασθενείς που αποφασίζουν να υποβληθούν σε μικρογονιμοποίηση (ICSI).
Η σπερματογένεση μπορεί να είναι εστιακή. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ένα ή περισσότερα σπερματικά σωληνάρια παρουσιάζουν σπερματογένεση, ενώ άλλα όχι. Περίπου 50-60% των ατόμων με μη αποφρακτική αζωοσπερμία έχει μερικά σπερματικά σωληνάρια με σπερματοζωάρια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ICSI.
Η διαγνωστική βιοψία είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί με αναρρόφηση μέσω λεπτής βελόνης είτε με την ανοιχτή μέθοδο, κατά την οποία χρειάζεται νάρκωση στο χειρουργείο, είτε μικροχειρουργικά που είναι η τεχνική επιλογής καθώς με τη βοήθεια χειρουργικού μικροσκοπίου παρουσιάζει άριστα αποτελέσματα, επιτυγχάνοντας ανάκτηση σπερματοζωαρίων σε 50-60% των περιπτώσεων.

Μοριακός και κυτταρογενετικός έλεγχος

Στις περιπτώσεις που υποπτεύεται ο θεράπων ιατρός γενετικά αίτια υπογονιμότητας μπορεί να ζητήσει τον προσδιορισμό του καρυότυπου του ασθενούς. Με αυτόν τον τρόπο ελέγχονται χρωμοσωμικές ανωμαλίες, αυτοσωματικές ή φυλοσύνδετες ή μικρο-ελλείψεις του χρωμοσώματος Υ. Περίπου 6% των υπογόνιμων ατόμων παρουσιάζουν ανωμαλίες χρωμοσωμάτων στην ανάλυση του καρυότυπου.
Υψηλή είναι η αποτελεσματικότητα της Ομοιοπαθητικής ιδιαίτερα στις  ακόλουθες αιτίες  ανδρικής στειρότητας:
  • Σε ορμονικές αιτίες απο διαταραχές σε ενδοκρινείς αδένες,που μπορεί να είναι ,όπως συνήθως, λειτουργικες ή να οφείλονται σε κάποια νόσο ή  σε εξωτερικούς  βλαπτικους παράγοντες ,όπως η ακτινοβολία κ.λ.π.,
  • Σε φλεγμονές (ορχίτις, επιδιδυμίτις, προστατίτις,κ.α.)
  • Σέ υπερβολικό στρες , στυτική δυσλειτουργία, διαταραχές στην εκσπερμάτιση   (πρόωρη εκσπερμάτιση, αδύνατη εκσπερμάτιση, κ.α)
Η Ομοιοπαθητική έχει συχνά σημαντικά αποτελέσματα στην Υπογονιμότητα, εφόσον τα αίτια της είναι λειτουργικά, παθοφυσιολογικά ή ψυχοφυσιολογικά ,ενώ και η συμμετοχή της σε παθήσεις με ανατομικές βλάβες οργάνων μπορεί να είναι αρκετές φορές αξιόλογη.

Ο σχεδιασμός για την Ομοιοπαθητική συνταγογράφηση   λαμβάνει υπόψιν:

  • Tα αίτια της Υπογονιμότητας σύμφωνα με τον συμβατικό ιατρικό κλινικοεργαστηριακό έλεγχο
  • Το ατομικό ιστορικό με έμφαση στους λειτουργικούς συσχετισμους της υπογονιμότητας με την προγούμενη και την παρούσα παθολογία όλου του οργανισμου για διευκρίνιση των παθογενετικών μηχανισμών
  • Την παρούσα συνολική κατάσταση υγείας,φυσικής και ψυχολογικής, όλου του οργανισμού
  • Τις μείζονες στρεσσιγόνες συνθηκες ,ιδιαίτερα των τελευταίων ετών,από φυσικούς ή κοινωνικους παράγοντες
  • Την ιδιοσυγκρασία του προσώπου με υπογονιμότητα
  • Την κληρονομικότητα και τις προδιαθέσεις νόσου(πχ μακροχρόνια χρήση φαρμάκων,καταπιεση εκδηλώσεων του αμυντικού μηχανισμού με έμφαση στο ουροποιογεννητικό σύστημα,κ.α)